Ιστορία και προ υπάρχουσα κατάσταση
Η Villa Phaedra βρίσκεται εντός του παραδοσιακού οικισμού Ιμπορειόν, της νήσου Χάλκης, ενός από τα μικρότερα νησιά της Δωδεκανήσου, ο οποίος αποτελεί και το λιμάνι του νησιού. Πήρε το όνομά της από την κόρη του ιδιοκτήτη. Η ερειπωμένη οικία περιήλθε στην πρόγονο του σημερινού ιδιοκτήτη το 1942. Η ακριβής χρονολογία που είχε χτιστεί είναι άγνωστη, γεγονός το οποίο οφείλεται πιθανότατα στην πολύπλοκη ιστορική πορεία του νησιού.
Ο οικισμός στον οποίο εντάσσεται το κτίριο, αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, με τη δημιουργία μονώροφων και διώροφων πλατυμέτωπων κτισμάτων κατά μήκος του θαλάσσιου μετώπου, που έφεραν δώμα, τετράρριχτη ή δίρριχτη στέγαση, αναλόγως της φάσης κατασκευής τους. Το κτίριο αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα οικίας της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Πιθανολογείται ότι ανήκει στην Β’ ή στην Γ΄ φάση, δηλαδή στις αρχές του 19ου αιώνα, όπου τοποθετούταν κεκλιμένη κεραμοσκεπή από παραδοσιακά χαλκίτικα κεραμίδια. Χτισμένο με περιμετρική λίθινη τοιχοποιία, διαμορφώνεται σε ορθογωνική κάτοψη με πλατυμέτωπη διάταξη κατά μήκος του θαλάσσιου μετώπου. Φέρει τέσσερα ανοίγματα, δύο επιμήκεις θύρες και δύο παράθυρα, τα οποία εναλλάσσονται κατά μήκος της πρόσοψης και γείσο στην επίστεψη της τοιχοποιίας. Στην πίσω όψη, η οποία βρίσκεται σε ψηλότερη στάθμη λόγω μορφολογίας του εδάφους, φέρει μία βοηθητική θύρα. Στον εσωτερικό χώρο, στον εγκάρσιο τοίχο, σχηματίζονται δύο αρχιτεκτονικές εσοχές, ένα τζάκι και μία ψηλότερη ορθογώνια, η οποία έφερε ξύλινο πρέκι και πιθανότατα ξύλινα ράφια. Οι εσοχές αυτές απαντώνται πανομοιότυπες, σε πλήθος άλλων οικιών του νησιού, που χρονολογούνται την ίδια περίοδο. Η ενιαία κάτοψη είχε πιθανότατα τριμερή διάταξη και οργανωνόταν στο χώρο της κουζίνας, το χώρο διημέρευσης και το υπνοδωμάτιο.
Καθότι δεν είχε πραγματοποιηθεί καμία επισκευή και διεργασία συντήρησης, το κτίριο έχριζε αποκατάστασης. Το σύνολο του περιβλήματος του κτιρίου, με την παραδοσιακή τοιχοποιία, έφερε αρκετές ρωγμές και καμπυλώσεις. Η στέγη είχε υποχωρήσει, αλλά διατηρούταν το λίθινο γείσο. Τα ανοίγματα είχαν καταστραφεί σε πολλαπλά σημεία. Έφεραν ξύλινα πρέκια, τα οποία λόγω παλαιότητας είχαν αλλοιωθεί. Κατά τον καθαρισμό του εσωτερικού του κτιρίου, βρέθηκαν τμήματα από παραδοσιακά χαλκίτικα κεραμίδια τα οποία παράγονταν σε εργοστάσιο της Ρόδου στις αρχές του 19ου αιώνα αλλά και τμήματα από κουρασάνι, υλικό από το οποίο αποτελούταν πιθανότατα το πάτωμα.
Εργασίες αποκατάστασης
Στόχος της μελέτης αποκατάστασης ήταν η μετατροπή της ερειπωμένης οικίας σε παραδοσιακό ξενώνα φιλοξενίας. Βασικό σχεδιαστικό άξονα αποτέλεσε η διατήρηση της ενιαίας αίσθησης του χώρου καθώς και του παραδοσιακού λειτουργικού διαχωρισμού. Έτσι, το σύνολο των χώρων διημέρευσης τοποθετήθηκαν στο επίπεδο της εισόδου, ενώ το υπνοδωμάτιο διαμορφώθηκε σε πατάρι, όπως συνηθιζόταν στα κτίρια της εποχής. Η κάτοψη του ισογείου χωρίστηκε σε τρία νοητά τμήματα, το χώρο του καθιστικού, το χώρο προετοιμασίας και κατανάλωσης φαγητού και το τμήμα με τους βοηθητικούς χώρους (λουτρό και αποθήκη), πάνω από το οποίο διαμορφώθηκε το πατάρι. Ο χώρος του φαγητού, το καθιστικό και το λουτρό διαμορφώνονται με χτιστά μέρη. Το λουτρό αποτελεί συνέχεια του ενιαίου χώρου καθιστικού-φαγητού. Τμήμα αυτού παρέμεινε ανοιχτό, προκειμένου να υπάρχει συνεχόμενη οπτική της περιμετρικής λίθινης τοιχοποιίας και να μεγαλώσει η αίσθηση του χώρου. Το κλειστό τμήμα διαμορφώθηκε με χτιστό ντούζ και περιμετρικό φεγγίτη. Έτσι επιτυγχάνεται η εξασφάλιση του απαραίτητου φωτισμού και αερισμού. Βασικούς στόχους του σχεδιασμού αποτέλεσαν η διατήρηση της προϋπάρχουσας παλέτας υλικών, η εξοικονόμηση χώρου και η ανεμπόδιστη θέαση της ξύλινης στέγης από όλους τους χώρους της οικίας.
Τα υλικά
Η πέτρα, το ξύλο, τα κονιάματα και το κεραμίδι αποτέλεσαν τα βασικά υλικά του κτιρίου. Η λίθινη τοιχοποιία επισκευάστηκε με τη χρήση έτοιμου κονιάματος υψηλής αντοχής Malta Strutturale NHL 777, με βάση τη φυσική υδραυλική άσβεστο. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε αρμολόγημα, εσωτερικά και εξωτερικά, με φυσικό κονίαμα υψηλής διαπνοής, παραδοσιακού τύπου, MB 60 χρώματος μπεζ-γκρι (κωδ. 234). Η ξύλινη στέγη κατασκευάστηκε με πελεκητά κoρφιά και αμοίβοντες, από κυπαρίσσι, στο φυσικό χρώμα του ξύλου, πάνω στο οποίο εδράζεται το πέτσωμα σε φυσικό χρώμα. Η επικάλυψη της στέγης έγινε με κεραμοσκεπή εγκιβωτισμένη στον περιμετρικό τοίχο, ως είθισται στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική του νησιού. Το σύνολο των εσωτερικών χωρισμάτων και των χτιστών μερών, καθώς και το πάτωμα καλύπτονται με πατητή τσιμεντοκονία στο χρώμα της άμμου. Τοποθετήθηκαν μασίφ ξύλινα πρέκια από καστανιά με εμφανή φλοιό στις άκρες και κουφώματα, από μεράντι, στο χρώμα της ελιάς (Ral 6013), σε γραμμές που ακολουθούν την τοπική παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ:
Αρνέλλου Ζωή Δάφνη (Αρχιτέκτων μηχανικός ΕΜΠ)
Καζάκου Μαρία (Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ)
ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ:
Αρνέλλου Ζωή Δάφνη (Αρχιτέκτων μηχανικός ΕΜΠ)
Καζάκου Μαρία (Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ)
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ:
Μιχάλης Αναστάσης